Οι πολιτικές κατά της βίας και παρενόχλησης δεν είναι «extra» πολιτική HR. Είναι ήδη υποχρέωση του εργοδότη από το 2021 – και στην πράξη, είναι απαραίτητες για κάθε επιχείρηση, μικρή ή μεγάλη.
- Το νομικό πλαίσιο: από τον Ν. 4808/2021 στον νέο Κώδικα Εργασίας
Με τον Ν. 4808/2021 θεσπίστηκε για πρώτη φορά ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο κατά της βίας και της παρενόχλησης στην εργασία, σε εναρμόνιση και με τη Σύμβαση 190 της ΔΟΕ.
Ο νόμος:
- αναγνωρίζει την «βία και παρενόχληση» ως κάθε συμπεριφορά, πράξη, πρακτική ή απειλή που μπορεί να οδηγήσει σε σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική ή οικονομική βλάβη,
- καλύπτει τόσο τη βία/παρενόχληση λόγω φύλου όσο και τη σεξουαλική παρενόχληση,
- εφαρμόζεται σε όλους τους εργαζόμενους, αλλά και σε ασκούμενους, εθελοντές, υποψήφιους εργαζόμενους κ.λπ.
Στον νέο Κώδικα Εργατικού Δικαίου (Π.Δ. 62/2025) οι ρυθμίσεις αυτές κωδικοποιούνται εκ νέου και εξειδικεύονται στα άρθρα 59–62:
Ο εργοδότης έχει σαφή υποχρέωση να εξασφαλίζει ένα εργασιακό περιβάλλον χωρίς βία και παρενόχληση, να δηλώνει ρητά μηδενική ανοχή και να σέβεται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια όλων των προσώπων που απασχολούνται στην επιχείρηση.
- Ποιους καλύπτει ο νόμος;
Η προστασία δεν αφορά μόνο τους «τυπικούς» εργαζόμενους με σύμβαση εργασίας. Η νομοθεσία –και κατ’ επέκταση η εταιρική πολιτική– καλύπτει ενδεικτικά:
- εργαζόμενους με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας,
- συνεργάτες με σύμβαση έργου ή ανεξάρτητων υπηρεσιών,
- ασκούμενους, εκπαιδευόμενους, εθελοντές,
- υποψήφιους εργαζόμενους (π.χ. στη φάση συνέντευξης),
- ακόμη και άτομα των οποίων η σχέση εργασίας έχει λήξει αλλά το περιστατικό συνδέεται με την προηγούμενη εργασιακή σχέση.
Ο «χώρος εργασίας» νοείται δε πολύ ευρύτερα: γραφείο, τηλεργασία, μετακινήσεις για δουλειά, ταξίδια, εταιρικές εκδηλώσεις, αλλά και επικοινωνίες μέσω email, chat, social media κ.λπ.
- Υποχρεώσεις εργοδοτών – Τι προβλέπει ο νόμος για τις πολιτικές
Η ρητή υποχρέωση κατάρτισης γραπτής πολιτικής και διαδικασίας για τη βία και παρενόχληση επιβάλλεται κυρίως σε επιχειρήσεις με προσωπικό άνω των 20 ατόμων.
Η υποχρέωση όμως του εργοδότη να προστατεύει τους εργαζόμενους από βία και παρενόχληση, και να παρεμβαίνει όταν εμφανίζονται τέτοια περιστατικά, ισχύει για όλες τις επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως μεγέθους.
Μια ολοκληρωμένη πολιτική, όπως προβλέπεται από το Π.Δ. 62/2025, πρέπει να περιλαμβάνει ενδεικτικά:
- σαφή δήλωση μηδενικής ανοχής σε κάθε μορφή βίας και παρενόχλησης,
- ορισμούς (τι θεωρείται βία, τι παρενόχληση, τι σεξουαλική παρενόχληση),
- ενδεικτικά παραδείγματα ανεπίτρεπτων συμπεριφορών (λεκτικές προσβολές, προσβλητικά αστεία, ανεπιθύμητη σωματική επαφή, διαδικτυακό bullying κ.λπ.),
- αναφορά στα δικαιώματα των εργαζομένων (εσωτερική καταγγελία, ΣΕΠΕ, Συνήγορος του Πολίτη, δικαστική προστασία),
- περιγραφή του εσωτερικού μηχανισμού καταγγελιών και της διαδικασίας διερεύνησης,
- πρόβλεψη για προστασία από αντίποινα,
- ρόλους και πρόσωπα αναφοράς μέσα στην επιχείρηση,
- ενέργειες ενημέρωσης και εκπαίδευσης του προσωπικού και των προϊσταμένων.
- Γιατί η πολιτική είναι κρίσιμη και για επιχειρήσεις κάτω των 20 εργαζομένων
Ακόμη κι αν δεν υπάρχει ρητή νομοθετική υποχρέωση για γραπτή πολιτική, για μικρότερες επιχειρήσεις η ύπαρξη τέτοιας πολιτικής είναι ζήτημα ασφάλειας, οργάνωσης και νομικής θωράκισης.
(α) Καθαρός «οδικός χάρτης» όταν συμβεί κάτι
Χωρίς σαφείς διαδικασίες, κάθε περιστατικό αντιμετωπίζεται «ad hoc», με κίνδυνο ασυνέπειας, έντασης και συγκρούσεων.
Η πολιτική προσφέρει από πριν σαφή βήματα: σε ποιον απευθύνεται ο εργαζόμενος, τι γίνεται με την καταγγελία, πώς διερευνάται, ποια μέτρα μπορούν να ληφθούν.
(β) Μείωση νομικού κινδύνου
Η τεκμηρίωση ότι η επιχείρηση:
- έχει υιοθετήσει πολιτική,
- έχει ενημερώσει τους εργαζόμενους,
- διαθέτει εσωτερικό μηχανισμό καταγγελίας,
λειτουργεί ως στοιχείο «δέουσας επιμέλειας» σε περίπτωση καταγγελιών σε ΣΕΠΕ, Συνήγορο του Πολίτη ή δικαστική διαφορά.
(γ) Προστασία και της διοίκησης και των εργαζομένων
Η πολιτική:
- προστατεύει τα θύματα,
- θέτει ξεκάθαρους κανόνες συμπεριφοράς για όλους,
- οριοθετεί τι περιμένει η επιχείρηση από προϊσταμένους, πελάτες και συνεργάτες (π.χ. δυνατότητα διακοπής εξυπηρέτησης πελάτη που παρενοχλεί, αποκλεισμός κ.λπ.).




